[national conference]
Η χώρα μας διαθέτει ένα μεγάλο ιστορικό, αρχαιολογικό, πολιτιστικό και πολιτισμικό πλούτο, που συνοδεύεται από ένα μεγάλο αριθμό μουσείων και συγγενών χώρων. Κάποια από αυτά είναι μεγάλα τόσο σε μέγεθος όσο και σε ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους. Τα περισσότερα όμως είναι μικροί χώροι που δεν συνδέονται με μεγαλύτερους φορείς, λειτουργούν με μικρούς προϋπολογισμούς και διαθέτουν ελάχιστο ή και καθόλου μόνιμο προσωπικό.
Στην παρούσα εργασία εστιάζουμε σε αυτή ακριβώς την κατηγορία μουσείων. Πολλά από αυτά διαθέτουν ιδιαίτερα αξιόλογες συλλογές και θα ήταν προς το συμφέρον όλων αν το ευρύτερο κοινό μπορούσε να τους απολαύσει. Δυστυχώς, στις περισσότερες των περιπτώσεων, ακόμη και η ύπαρξη των μουσείων είναι άγνωστη μέχρι και στους κατοίκους των περιοχών στις οποίες βρίσκονται. Η μικρή επισκεψιμότητα συνεπάγεται και μικρά έσοδα που με τη σειρά τους δημιουργούν μία κατάσταση που δεν είναι οικονομικά βιώσιμη.
Τα μικρά μουσεία χρειάζονται, για να επιβιώσουν, να κάνουν την παρουσία και την αξία τους γνωστή. Όμως, ελλείψει τόσο πόρων για διαφήμιση όσο και εξειδικευμένου προσωπικού, αυτό φαντάζει αδύνατο. Στην παρούσα εργασία συνδυάζουμε εμπειρία σχετικά με τα μικρά μουσεία που έχει αποκτηθεί στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού έργου CrossCult με τεχνογνωσία σχετικά με την ανάλυση κοινωνικών δικτύων που έχει αποκτηθεί στο πλαίσιο του Εθνικού έργου PaloAnalytics, για να προσφέρουμε λύσης βιώσιμης προβολής που στοχεύουν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες μικρών μουσείων.
Συγκεκριμένα παρουσιάζουμε μία μέθοδο για την αυτόματη αναγνώριση εκθεμάτων του μουσείου που σχετίζονται με κάποιο τρόπο με θέματα τρέχοντος ενδιαφέροντος (trending topics) καθώς και μία μέθοδο για την αυτόματη αναγνώριση ατόμων των οποίων η επίδραση στο δίκτυο είναι σημαντική. Αξίζει να σημειώσουμε πως δεν περιοριζόμαστε στη συνήθη αναγνώριση των χρηστών με πολλούς ακολούθους και πολλές συζητήσεις αλλά αντίθεση αναζητούμε εκείνους των οποίων οι κινήσεις έχουν τη δυναμική να παρακινήσουν τους άλλους χρήστες σε πράξη. Το συνολικό αποτέλεσμα προσφέρει σε ένα μικρό μουσείο, που δεν διαθέτει ούτε πόρους για διαφήμιση ούτε και εξειδικευμένο προσωπικό για διαχείριση κοινωνικών δικτύων, εργαλεία που του δίνουν την ευκαιρία να εντοπίζει ευκαιρίες δωρεάν προβολής στα κοινωνικά δίκτυα και να τις αξιοποιεί με τρόπο που μεγιστοποιεί την πιθανότητα οι συμμετέχοντες στις σχετικές συζητήσεις να παρακινηθούν να επισκεφτούν το φυσικό χώρο του μουσείου – φτάνοντας έτσι στο επιθυμητό στόχο της δημιουργίας εσόδων για την υποστήριξη της λειτουργίας του μουσείου.
Στην πλήρη εργασία θα αναλύσουμε τις δύο μεθόδους και θα εξηγήσουμε τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να αξιοποιηθούν, παρουσιάζοντας αποτελέσματα από την εφαρμογή τους στην περίπτωση του Αρχαιολογικού Μουσείου Τρίπολης.